|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καταφατικώς? — — ευδία — αγριόσκυλο — οσφυαλγία — συναρμογή — ρημάδα — γραμματοδιδάσκαλος — ηλεκτρώσμωση — εξασφαλιστικός — νομοθετώ — ανοσοποιώ — προσήκον — κοράκι — κόμπρα — μουσαφιρλίκι — ιππεύω — τέκτονας — εχεμύθεια — βλέμμα — ακουαρελίστας — κραδαστικός — αντίλαμπρα |
|||