Новогреческий словарь
οπλουργός
οπλουργός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
οπλουργός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εξάπαντος
—
γαλακτοπότης
—
αρσενικούχος
—
δεδομένο
—
λογχοειδής
—
πεδίκλωμα
—
κατακόρυφος
—
υπονομευτικός
—
βιδώνω
—
κερατάκι
—
εκζεματικός
—
κουραστάρι
—
γονιασμένος
—
τρίκοχος
—
αναλωμή
—
όχι
—
μαστορικά
—
αλμύρα
—
ψιμμυθιωμένος
—
ξεστούπωμα
—
ταλάντωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,