Новогреческий словарь
βουκολικά
βουκολικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βουκολικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
Λόνδρα
—
περιγλύφω
—
ουζάδικο
—
μνημειώδης
—
ντούπλεξ
—
γλωσσομάθεια
—
εμβλέπω
—
ακέρδητος
—
επιγραμματικός
—
γκανιάζω
—
καθώς
—
πινακογλείφτισσα
—
χνούδι
—
χολοσκάνω
—
κοπλιμεντάρω
—
εφηβότητα
—
παχούτσικος
—
αεροκοπανώ
—
αυτήκοος
—
φυτεύσιμος
—
σκατώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве