|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εξεταστέος? — — κατεξουσιάζω — πετροκόπος — φέστα — γριούλα — ακρωτηριασμός — συμμαθητής — αυγάτισμα — ύδωρ — διακοσιαπλάσιος — ασυνέχιστος — πσραλογή — ροκάνι — αναξαίνω — μαδερι — αποκεντρώνω — ακατηγόρητος — ελαιοπερίβολο — μπορντούρα — μικροδουλειά — ψυχρούλα — πεπερασμένος |
|||