|
медленно идущий, шагающий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово медленно идущий? — αργοβάδιστος как на (ново)греческом будет слово шагающий? — αργοβάδιστος как с (ново)греческого переводится слово αργοβάδιστος? — медленно идущий, шагающий — διάκλυσμα — στειρότητα — αλογόπετρα — ξεζουμισμένος — τρίποδο — βραδύτητα — ολόγιομος — σταυλοχιτών — προπονητής — ένεκα — αηδονολάλημα — λιγνιτωρυχείο — οινοπνευματοπωλείο — ιλιγγιώ — πατριώτης — φελάω — ερυσιβούμαι — ογδόντα — επίδικος — πασσαλοπήκτης — αχιλιά |
|||