Новогреческий словарь
κατανεμητής
κατανεμητ|ής
ο в разн. знач.
распределитель
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
распределитель
? —
κατανεμητής
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατανεμητής
? — распределитель
#
(ново)греческий словарь
—
συμπαρακάθημαι
—
κουτρώ
—
σιλλιμανίτης
—
ανασφαγή
—
προτεκτοράτο
—
επισκευαστής
—
αναβαπτιζόμενος
—
δημοκρατικά
—
πλήθουσα
—
δεματάκι
—
χαλί
—
χολκουργείο
—
ανέψανος
—
αίρω
—
καπναγωγός
—
γλωσσολογικός
—
συμφιλιωμένος
—
ινιακός
—
βεργάτης
—
αντίο!
—
διαξηραίνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве