ήμισυ

формы словаβ
ήμισυ
το половина;
          κατά τό ~ — наполовину;
          στό ~ τής τιμής — за полцены;
          στό ~ τού δρόμου — на полпути;

===
          τό τροφερόν ~ — супруга



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово половина? — ήμισυ
как с (ново)греческого переводится слово ήμισυ? — половина


οπλουργίαζύμωσημεσοχώρααντιφλογιάανακρεμάζωστενογράφημαδιενεργώνσκόρθεώρατοςσιτοβολώναςξυλοχέρηςσπιθόβολοςμυλοδεξαμενήψηφοθέτησηκαθήλωσηδιαβολάκιελβετικόςμηδέιταλικόςμουαρέκρεββατώνομαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit