|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αιγυπτιολογικός? — — εξακολούθηση — γύρωση — βαρυοσμία — φιδένιος — ασόϊαστος — πασπαλίζω — αρχοντονιά — ισώ — ανειλικρινής — παραφέρω — εγχελύδιον — ευθαλειούχος — λαγάρισμα — πλευρά — οκταετία — έκπληκτος — προάσκηση — χεννά — παραλήρημα — ξανακεντάω — περπατησιά |
|||