|
ο мычание, рёв #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мычание? — μηκηθμός как на (ново)греческом будет слово рёв? — μηκηθμός как с (ново)греческого переводится слово μηκηθμός? — мычание, рёв — διημερεύων — σμυριδωρυχείο — απόκαρση — ανθοστοιχία — λειβάδα — διατρητικός — ψίχουλο — σακχαρουρία — φαρμακοδυναμικός — λαπάρα — σαρκοφαγία — τριό — πατερίτσα — προειδοποίηση — βραδυκινησία — πεζικάριος — διάζομαι — φωτιοκαμένος — πυριτιδόκονις — βοηθιέμαι — κατουρλής |
|||