|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανιμιστικός? — — φύρδην — πολυθόρυβος — τσιρλίζω — θυσιάζω — χρυσαφής — απαξιώνω — ενδοκράνιος — ψευδοπροφήτης — άνυσμα — γενειάζω — τσιρλιάρικος — επαρμένος — ζωστήρι — κοινάτορας — ακάτεχος — αγγάστρωτος — υπερεθνικός — φωτόφοβος — μνημοτεχνική — τσιρλιάρης — τρίξιμο |
|||