|
(за) асфальтированный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово асфальтированный? — ασφαλτόστρωτος как с (ново)греческого переводится слово ασφαλτόστρωτος? — асфальтированный — έζευξα — εξελκώ — συνδέτης — αμυγδαλόπηκτο — παραγκάκι — ανυπόστατα — περιστεράκι — άλμπουμ — αναδείχνομαι — κακά — προαλείφομαι — κέντρωμα — καταπιά — χημειοτροπικός — μαραγκοσύνη — αμμωνίται — αναμφίβολα — σπαραχτικός — κερδεύω — λιοτριβόπετρα — αμφίχειρας |
|||