|
η производство яйц #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово производство яйц? — ωοπαραγωγή как с (ново)греческого переводится слово ωοπαραγωγή? — производство яйц — ζηλότυπος — ευχάριστος — παρόργιση — κοινωνικοποιούμαι — φουντούκος — αχνένιος — τυλίγομαι — νευρολογία — αλόγα — συναγωνιστικός — αυτοκαταλύομαι — νιστέρι — κωλογλείφτης — τραγικοκωμωδία — επιχρυσώνω — μισοτιμίς — προσδοκώ — απογλυκαίνω — καλάμινος — ακαρποφόρητος — απάντρευτος |
|||