|
ο метеорограф #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово метеорограф? — μετεωρογράφος как с (ново)греческого переводится слово μετεωρογράφος? — метеорограф — κρανιοσκοπικός — αναθυμούμαι — ακατάχτητος — πηδητικός — ταραγμός — οπλοβομβίδα — ασπάρακτος — αστακόχρωμος — χελώνειος — μηλιόνι — εκφυλισμένος — αναβίωμα — οργιάζω — βετεράνος — αλπακάς — προσοικείωση — μαγνητόνιο — ξαρμυραίνω — πρωταυγουστιάτικος — γεννητορικός — εντυπωσιακός |
|||