Новогреческий словарь
σηματοδοτώ
σηματοδοτώ
сигнализировать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сигнализировать
? —
σηματοδοτώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
σηματοδοτώ
? — сигнализировать
#
(ново)греческий словарь
—
συνάγχη
—
ασκοτίδιαστος
—
αναμίσθωση
—
Ρωσία
—
πείσιος
—
χοντρουλός
—
απόβλημα
—
γουρλωμένος
—
χαλάστηκα
—
δραχμοποιώ
—
αρρυθμία
—
αξιόπιστος
—
φιλοτέλεια
—
βετούλι
—
εξαιτίας
—
συμφοιτώ
—
α-
—
προεκλέγω
—
οργώ
—
αντιπροεδρία
—
δοκιμαστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве