|
η хомут, ярмо #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хомут? — ζεύγλα как на (ново)греческом будет слово ярмо? — ζεύγλα как с (ново)греческого переводится слово ζεύγλα? — хомут, ярмо — καπνοπωλείο — δειλός — στρεφοποδία — τραχύνω — καταπήκτης — ασυμπεθέριαστος — σύγκριμα — ανοπλώρισμα — ανιώ — σοινίκι — αφεντεύω — αραιότριχος — κεντάω — Φλαμανδός — ξεκοκκαλιάζω — ακραίος — μιασματικότητα — πρωταρχικά — μακάβριος — βαττολόγημα — δυνητικός |
|||