|
η пижама #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пижама? — πιζάμα как с (ново)греческого переводится слово πιζάμα? — пижама — θρησκομανία — αεριτζού — νεωκόρος — φουχτώνω — υπερίπταμαι — αντίποδες — αγαλμάτινος — στάχτη — βλητός — απισχναίνομαι — άνθι — ανταπαιτητής — στροβιλίζομαι — θιαμαίνουμαι — διακόφτό — δευτερνάτικος — αβυθομέτρητος — πεισματάρης — καταπλημμυρώ — αγουστέλι — σακουλές |
|||