Новогреческий словарь
βιταμίνη
βιταμίνη
η
витамин
;
εμπλουτισμένος μέ ~ — витаминизированный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
витамин
? —
βιταμίνη
как с
(ново)греческого
переводится слово
βιταμίνη
? — витамин
#
(ново)греческий словарь
—
ανοσφρησία
—
πυροφωσφορικός
—
κρυσταλλουργία
—
σανσκριτική
—
πρόσοψη
—
σιγάρο
—
υδροχλωρικός
—
ντούπλεξ
—
συνάρχω
—
ηλιοθρεμμένος
—
γαιόχωσις
—
ανθρωπολογικά
—
παραξήγηση
—
πρόκκα
—
αναλήθευτος
—
ξαφνικός
—
βροτός
—
νομοσχέδιο
—
διακαίομαι
—
μαρμαρυγίας
—
λειωμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,