|
η юр. двойное поручительство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двойное поручительство? — μετεγγύηση как с (ново)греческого переводится слово μετεγγύηση? — двойное поручительство — μηχανοκάϊκο — σκουτέλλι — αποπάτηση — εικοσιμιά — τελειοποιούμαι — αντεκδικήτρα — μάζωμα — εκλαϊκεύω — ποικιλμένος — μυθιστόρημα — φωτορομάντζο — καναρίνη — δοκανίκι — ξαφρίζω — απόλυτος — διαολίζω — ωδική — εικονομαχία — διατίθεμαι — σταυροφόρος — μπάσιμο |
|||