Новогреческий словарь
αγριοπόταμο
αγριοπόταμο
το
бурная река, поток
[x:trans]бурная река,бурная поток[/x:trans]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бурная река
? —
αγριοπόταμο
как на
(ново)греческом
будет слово
бурная поток
? —
αγριοπόταμο
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγριοπόταμο
? — бурная река, бурная поток
#
(ново)греческий словарь
—
γαλβανισμός
—
μασάω
—
αγριάμπελο
—
πρωτεργάτισσα
—
διάσχιση
—
δύσπνοια
—
κατηγόρια
—
αυγουστιάτικο
—
γκαϊδίζω
—
αναστατικός
—
προσωποληπτώ
—
αδαμαντόστικτος
—
κουρμαδιά
—
γαληνεμός
—
ποδηλατάδικο
—
ρημάζω
—
ιδεάζομαι
—
ζεσταίνομαι
—
ηνέχθην
—
δερματουργία
—
αποφασίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,