εκλεκτικιστικός

формы словаβ
εκλεκτικιστικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εκλεκτικιστικός? —


απόνετοςσαραντάρηςμετακόσμιοςμονογαμίατσοπάνοςκάραβοςσκλήθρααεροπλοϊκόςθερμικόςπορδοκλάνωμακροσκοπίαπληρεξούσιοοκτωβριάτικοςβαρύτονονμάλαθροαποκαθήλωσησυσπουδάζωπαθιασμένοςχαροκαμμένοςκονιοποιώφιλεύσπλαχνα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit