Новогреческий словарь
μηλοφόρος
μηλοφόρος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μηλοφόρος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σωματοφύλακας
—
κάθετος
—
ειδωλολατρικός
—
σαπρότητα
—
αγγελοκρούομαι
—
απεικαστικός
—
οψιμος
—
αριστούργημα
—
Αφροδίτη
—
φρατρία
—
ακτιστος
—
ταλκ
—
ξεμπράτσωμα
—
ξεραμένος
—
έντρομος
—
αναγινώσκω
—
ασκολσούν
—
διατοιχίζομαι
—
ξώλαμπρα
—
κάνιστρο
—
μέτρηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве