|
το кредит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кредит? — κρέντιτο как с (ново)греческого переводится слово κρέντιτο? — кредит — καμπάνισμα — πλειοδοτικός — βουλευτίνα — αγκαίνιαστος — κεφαλαιοκράτης — σταφιδεργοστάσιο — κρεατικός — αλκοόλη — προφθάνω — τριανταφυλλόνερο — προσοσιαλιστικός — επιφράγμα — αρχηγία — πατρόν — ιεροκρύφιος — δωδεκαπλάσιος — χοχλίδι — ψευτίζω — αμέριμνα — μισή — γραμματοσημοσυλλέκτης |
|||