|
ο самохвальство, самовосхваление #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово самохвальство? — αυτοεγκωμιοσμός как на (ново)греческом будет слово самовосхваление? — αυτοεγκωμιοσμός как с (ново)греческого переводится слово αυτοεγκωμιοσμός? — самохвальство, самовосхваление — τετράεδρος — ξεθεμέλιωμα — καθιερώνω — δολοφονώ — εκγλύφανο — σκιρτώ — ιχνογραφικός — μορμόνος — στοχαζούμενος — ντουρής — συμπιέζω — αρρενόφωνος — σπειραματικός — μικρομετρικός — αχεριώνας — Γαλλίδα — κάθισμα — βασιλιάς — υπερτερώ — ανεραστος — νομοτελειακός |
|||