|
το хим. ванадий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ванадий? — βανάδιο как с (ново)греческого переводится слово βανάδιο? — ванадий — υπερμικροσκοπικός — εγκυρότητα — έσοδο — μετατροπέας — συναγορεύω — χωνευτικός — βυνοσάκχαρο — παραμεθόριος — δρω — πρωρατικά — λειβάδι — εργοτόκρανον — ζωγραφιστά — νεκροσυλία — μέρωμα — κλιβανοφόρος — σουρωτήρι — καφέ — ομφολοσκόπος — ανθώ — υποτιμητικός |
|||