|
η сон, сновидение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сон? — υπνοφαντασία как на (ново)греческом будет слово сновидение? — υπνοφαντασία как с (ново)греческого переводится слово υπνοφαντασία? — сон, сновидение — κολόβιο — κατείδον — αδιασπάθητος — γλυτώνω — αύριο — δράπανο — απογωνιάζω — λαούτο — απομίμημα — διαθλαστικός — προχρονολογώ — κουβαλητικά — προύμυτα — εκκεντρότητα — αναμόρφωση — πάντως — δασωτός — πολυθρήνητος — λιγοζώητος — εξωφρενικότητα — υπέστην |
|||