Новогреческий словарь
ερυσιπελατώδης
ερυσιπελατώδης
мед.
рожистый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рожистый
? —
ερυσιπελατώδης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ερυσιπελατώδης
? — рожистый
#
(ново)греческий словарь
—
γαργάλημα
—
μεγεθυνηκός
—
νεφραμιά
—
δαιμονολογία
—
επαληθευτικός
—
ξεφτιλισμένος
—
λάθυρος
—
μαέστρος
—
επικυρίαρχος
—
μομιοποίηση
—
στιλβωτικός
—
ανασκέλίασμα
—
βιδάνιο
—
φτουράω
—
χαλαζόκοκκος
—
αλιτήριος
—
πηλοπλαστικός
—
αδόκητος
—
γαριδοχορτόσουπα
—
κοντομάχαιρο
—
αναβίωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве