Новогреческий словарь
λαρυγγορραγία
λαρυγγορραγία
η мед.
горловое кровотечение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
горловое кровотечение
? —
λαρυγγορραγία
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαρυγγορραγία
? — горловое кровотечение
#
(ново)греческий словарь
—
αυτοκινησία
—
προπερισπάω
—
βουλιέμαι
—
έμεση
—
γριπίζω
—
πάχνη
—
αδενοκαρκίνωμα
—
νεφριαίος
—
ανταλλακτικός
—
εξαλμύρισμα
—
ανισορροπία
—
υδροθεραπευτήριο
—
αμάραντο
—
μυριστικός
—
αλευροθήκη
—
στρατεύσιμος
—
προσεπιμετρώ
—
ορμιά
—
αθανάτιστος
—
εμπορευματικός
—
χάμουρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве