|
ο регулятор; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово регулятор? — ρυθμιστήρας как с (ново)греческого переводится слово ρυθμιστήρας? — регулятор — ελκώδης — νύχτωμα — αντεξεγείρω — παχουλούτσικος — μισεμένος — θεατρικός — βεβήλωση — βαθιοκοίμητος — αδέλφωμα — εξόπλιση — ραδόνιο — αμπελουρίδα — φτεροπόδαρος — κεντράκι — Αιθίοπας — αχταπόδι — ποταπός — υπάλληλος — ζωοβιολογία — ντελίριο — πυροκροτητής |
|||