|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσιγκούναρος? — — νταβαντούρι — σορόπι — αχλαδιά — Καρολίνα — αδελφοσκοτωμός — ρουλέττα — γεροντοπάχια — εισπρακτορίνα — δίνομαι — γλυκοκελαδίστρα — μισοκαλόκαιρο — δαιμονοληψία — δεκάεδρον — κουβαράκι — φυσιοθεραπευτής — λιποτακτώ — ίδρυμα — γκέκας — ανελέητος — κολόνα — βαρύτητα |
|||