|
η 1) разумность; 2) логичность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разумность? — λογικότητα как на (ново)греческом будет слово логичность? — λογικότητα как с (ново)греческого переводится слово λογικότητα? — разумность, логичность — αγοριτσίστικα — ανταρθριτικός — μινυρισμός — ταχυδρόμηση — εκβαρβάρωση — ανασπάζομαι — φαγιάντσα — κινηματογραφικός — κατέβασμα — σύγκορμος — αποκοιμάω — ακέντητος — οχλαγωγικός — ανεξανάγκαστος — σμίγω — ροζιάρης — προτάσσω — ψηλοκρατώ — εξαργυρώνω — πυξάρι — ευνοϊκός |
|||