|
η веронал #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово веронал? — βερονάλη как с (ново)греческого переводится слово βερονάλη? — веронал — κοκκάλα — δρομώνας — βρύση — ασβεστόπετρα — νεωτεριστής — γιακέττα — εισποιητός — ασχημία — γνώρος — κεντρώος — ψυχόπιτα — αυλακώτρα — προγάστορας — λουστρίνι — ξεχειμαδιό — μαλάχη — ενδοκαρδίτις — φαγόπυρο — υδροπότης — πάρολκος — ασύφταγος |
|||