Новогреческий словарь
εμπορευματοκιβωτιοφόρο
εμπορευματοκιβωτιοφόρο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμπορευματοκιβωτιοφόρο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μάντρεμα
—
αθεόφοβος
—
κατοβλητικός
—
διατάσσω
—
μαυράκι
—
ουρηθρίτιδα
—
αβοκαντόσουπα
—
αργώ
—
ξανθοκόκκινος
—
ίο
—
διατομίς
—
προχρονολόγηση
—
γραμμένος
—
ακόλουθος
—
αξιοκαταφρόνητος
—
ετερομερής
—
επιπλουργικός
—
μαγαρίκα
—
ορνιθοκόμος
—
κλαψουρίζω
—
υπέρθεση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,