Новогреческий словарь
συνορίτισσα
συνορίτισσα
η
соседка
(по владению, имению)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
соседка
? —
συνορίτισσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνορίτισσα
? — соседка
#
(ново)греческий словарь
—
υδρολυσία
—
ανάκτηση
—
μολυβδασφάλεια
—
μαυροπίνακας
—
ακανθόριος
—
φραγκοκρατούμαι
—
αράζω
—
πάγουρος
—
βραδεία
—
ελληνοπούλα
—
γνωριμιά
—
ενιαύσιος
—
τετραμηνιαίος
—
κριτήριο
—
κλίβανιο
—
πεντηκοντάδραχμο
—
αναθεωρητικός
—
μπαγκέτα
—
προμηνύω
—
κυματώδης
—
στουπέτσι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве