Новогреческий словарь
σανσκριτικός
σανσκριτικός
санскритский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
санскритский
? —
σανσκριτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
σανσκριτικός
? — санскритский
#
(ново)греческий словарь
—
διαφοροποιώ
—
θάλλων
—
φασίολος
—
αγοήτευτος
—
κάθομαι
—
καλπονόθευση
—
εξυποκούομαι
—
απονηρεψιά
—
θαλασσαετός
—
καλόγουστος
—
εκτρωματογένεια
—
ασυγχώνευτος
—
εξάεδρος
—
ξιφολόγχη
—
σπασμός
—
επαναφορέας
—
ωμοπλάτη
—
ενδότατα
—
καστανόσουπα
—
γευστικότητα
—
μολόγημα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве