|
το козочка; козлик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово козочка? — κατσίκι как на (ново)греческом будет слово козлик? — κατσίκι как с (ново)греческого переводится слово κατσίκι? — козочка, козлик — παιχνιδιάρης — εθνάρχης — ομοιοπλαστικός — απολλοτριωτός — τρελός — αναδύω — υπόρραμμα — αξιόπρεπα — αναγνώνω — απελπισμός — κάματος — νίκελ — ακουβέντιαστος — αρχιεπισκοπικός — δοκουμέντο — κουτσομύτης — εκτροπίαση — πνευματικότητα — ξεσκεπάζω — κυματογράφος — ζυθοπότης |
|||