Новогреческий словарь
εναγκάλισμα
εναγκάλισμα
το
объятие
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
объятие
? —
εναγκάλισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
εναγκάλισμα
? — объятие
#
(ново)греческий словарь
—
βασκαμένος
—
μεγαμπέρ
—
συγκομιστής
—
λαθραία
—
πρωτομάστορας
—
φάντες
—
αποστερώ
—
λιθουανικά
—
ζωοποιός
—
διαλογιστικότης
—
Αικατερίνμπουργκ
—
μεθύσι
—
βουτηγμένος
—
τμήμα
—
ηλεκτροσυγκόλληση
—
καπάκωμα
—
πιάτο
—
λύγισμα
—
λέκ
—
διαβόητος
—
εξεταστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве