Новогреческий словарь
παραγωγικώς
παραγωγικώς
продуктивно; эффективно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
продуктивно
? —
παραγωγικώς
как на
(ново)греческом
будет слово
эффективно
? —
παραγωγικώς
как с
(ново)греческого
переводится слово
παραγωγικώς
? — продуктивно, эффективно
#
(ново)греческий словарь
—
ασυναίρετος
—
λιόχαρος
—
αλεύρινος
—
τσικρίκι
—
μπάς
—
χαρταετός
—
πολιτικολογία
—
ξεκλώθω
—
λίχνισμα
—
γεροντομοίρι
—
απροσωπόληπτον
—
θηλυγονία
—
πρωθυπουργία
—
αντιτείνω
—
δυσοσμία
—
συστράτευση
—
φαεινότητα
—
ερινεάζω
—
αυτόβαπτος
—
αναντίρρητα
—
μισόσκεπος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве