|
η рулетка (для измерения) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рулетка? — μετροταινία как с (ново)греческого переводится слово μετροταινία? — рулетка — συναγορεύω — εμφυλιοπολεμικός — πατούσα — χιλιόλιτρο — δυσβάστακτος — ανεύθυνο — αυτοκυριαρχία — κίων — περικόπτω — τριμερώς — παρντόν — οπλομάχος — εικονοστάσι — συναντάω — υπόδηση — γλυκοχαιρετώ — μακρότητα — καλώς — κοιλοπονω — πισωγυρίζω — κακκάβι |
|||