συνταντικό

формы словаβ
συνταντικό



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово συνταντικό? —


μπεζεράωεθνοτικόςεκζήτησηεξήνεγκονθαλασσομάχοςαντάμηοδύνησυναρπαγήεξευγενισμόςκουτσομπολεύωπανωλεθρίαεικοσαήμεροςφρεσκομπογιατισμένοςαντηχητήςασκιάστοςθερμομέτρησηγλυπτόφώναγμαἀνάστασιςσυμβαλλόμενοςφωτόλουστος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit