|
το мировой суд #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мировой суд? — ειρηνοδικείο как с (ново)греческого переводится слово ειρηνοδικείο? — мировой суд — προμαντεύω — όγδοος — σπορεύς — χρεώβαρο — απαραμύθητος — στέκομαι — καταιονητήρ — στρατήγημα — ψαράδικο — επιδοκιμάζω — ανιφτος — αυτοκινητάκι — δασοτόπι — μπαϊρακτάρης — μηλόταρτα — γείτονας — υπερκείμενο — κρεμνίζω — αιώνιος — σταυρωτής — πλήθεμα |
|||