Новогреческий словарь
μιμητική
μιμητική
η
имитация
(чаще об актёрском искусстве)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
имитация
? —
μιμητική
как с
(ново)греческого
переводится слово
μιμητική
? — имитация
#
(ново)греческий словарь
—
κατάφρακτο
—
λεμφατισμός
—
αποπαίδι
—
ροτόντα
—
ενήλικος
—
υδροστατικός
—
αντηχώ
—
σπλαχνικά
—
έξαρση
—
φαρδής
—
συνδεκάζω
—
γλαύκωμα
—
ακολάκευτα
—
κατακυριεύω
—
επισπώμαι
—
προστακτική
—
λατίνος
—
εδραίος
—
χοντροκάμωτος
—
διαχωρίζω
—
καρρολόγος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве