ελαφόπουλο

формы словаβ
ελαφόπουλο
το оленёнок



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово оленёнок? — ελαφόπουλο
как с (ново)греческого переводится слово ελαφόπουλο? — оленёнок


ειρμόςκοινωφελήςθεόμουρλοςγκαρύζωπροετοιμασίαμαρμαρώνωθρύονακριδόπληκτοςχερσοτόπιιχθυοκαλλιέργειασέβασμαδυσκολόπιστοςτετράπλευροςπλακόστρωμασκυλοτρώγομαιπρόποδεςαχαμνίζωγραφιστικήσκολιόςαεροβατώαυτοδικαίως




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit