|
благоразумный, здравомыслящий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово благоразумный? — εχέφρων как на (ново)греческом будет слово здравомыслящий? — εχέφρων как с (ново)греческого переводится слово εχέφρων? — благоразумный, здравомыслящий — σαρανταριά — στοχαστικός — Ρ — οικοτεχνία — μεμβράνη — δίωξη — πολυτεκνία — υπερφιάλως — καυλός — μοσχαροκεφαλή — ανάκτηση — τριγυρισμένος — δοξαρίζω — ανεμίτης — παραθερίστρια — πόρπη — αστροναυτική — κόνξα — λωποδύταρος — παλιάλογο — λιποθυμώ |
|||