Новогреческий словарь
σιτοκαλλιέργεια
σιτοκαλλιέργεια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σιτοκαλλιέργεια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χρυσοτόκος
—
απομωραίνω
—
θετικός
—
ανδρών
—
τοσούτσικος
—
φυσικοθεραπευτικός
—
έγκριτος
—
λαγίνα
—
μαργαριταρόρριζα
—
σουρβιά
—
βρομοσέντο
—
λάκτισμα
—
γιακάς
—
χωρατατζού
—
θεριστικός
—
ανεπάρκεια
—
άσκαστος
—
υποδαυλίζοντας
—
μπαμπακοχώραφο
—
αυτοδιδάσκομαι
—
σαλός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве