|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψευτόσουπα? — — κατάχωση — προσβεβλημένος — βλαστικότητα — χαροπάλεμα — ευδιάλυτος — ερτσιανά — φορβιά — ερωτολογία — ανθένιος — αποδαυλιάζω — καταλώ — τραχηλιά — κατσούφης — ιδιόθερμος — λήξη — γενεσιουργικός — ληστής — ανυπεράσπιστος — ακοστολόγητος — παρασημοφορημένος — αδικοθανατίζω |
|||