|
щебечущий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово щебечущий? — κελαϊδιστός как с (ново)греческого переводится слово κελαϊδιστός? — щебечущий — ευθυντήριος — κυμαίνομαι — βογγάω — αναφομοίωτα — συνδιαλλαχτικός — αραδαριό — γαγγραινικός — σκοτείδι — οδοντογλυφίδα — μαυρίδι — κλάκα — διάγγελμα — σολομωνική — γειτονιάζω — οικοσημολογία — ιδιοκτήτρια — αλεποουρά — νόμιμα — μπολσεβίκα — τανύζομαι — τρισμύριοι |
|||