|
η беспечность, беззаботность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово беспечность? — αμεριμνησία как на (ново)греческом будет слово беззаботность? — αμεριμνησία как с (ново)греческого переводится слово αμεριμνησία? — беспечность, беззаботность — τεχνηέντως — εξόμετρο — απόχτημα — ανάπαυλα — παραμόνιμος — ακρόπολη — στραβοπατιέμαι — εκλευκαίνω — γλωσσόκομπο — πίστομα — αποξεχνάω — σουρτούκω — εφταπάρθενος χορός — νάρδον — σκατένιος — λυσσασμένος — ακαθύβριστος — ροδοζάχαρη — μοναχικός — οντολογικός — πορνεύομαι |
|||