Новогреческий словарь
διάμετρος
διάμετρ|ος
η
диаметр
;
εκ ~έτρου αντίθετος — диаметрально противоположный
;
εκ ~έτρου διάφορος — совершенно разный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
диаметр
? —
διάμετρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
διάμετρος
? — диаметр
#
(ново)греческий словарь
—
σχιστόλιθος
—
αμακάριστος
—
συννεφιασμένος
—
απογειώνομαι
—
άφθονα
—
γροθοκοπανώ
—
μελάγχρωμα
—
διασφαλίζω
—
οξέωση
—
γκρενά
—
χαλυβοειδής
—
κοσμογόνος
—
χρωματίζω
—
άγιασμα
—
γαλβανοστεγία
—
μουρλαίνω
—
μέλει
—
αιμογλοβίνη
—
στειλιάρι
—
υπερδεξιός
—
Δανίδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве