Новогреческий словарь
δονούμκνος
δονούμκν|ος
дрожащий, вибрирующий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дрожащий
? —
δονούμκνος
как на
(ново)греческом
будет слово
вибрирующий
? —
δονούμκνος
как с
(ново)греческого
переводится слово
δονούμκνος
? — дрожащий, вибрирующий
#
(ново)греческий словарь
—
Ιταλίδα
—
μεσούρανα
—
λιμένας
—
παντελονάκι
—
φαιάνθραξ
—
ακυριολεκτώ
—
καθεκλοποιός
—
αυτογονιμοποίηση
—
καντηλανάφτης
—
διλούβιος
—
βιταμίνες
—
ηλεκτροπαραγωγικός
—
ανθρωπομετρία
—
παντόφλας
—
συγκατατίθεμαι
—
λευκασμένος
—
ανάκανθος
—
εύπορος
—
βελέντζικό
—
ενάμισι
—
μαγνητόφωνο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве