|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναρχοκουμούνι? — — διφθέρινος — συγχώρηση — γραφική — επουλώνω — δαμάλα — εξακοσιοστο — σπόρισμα — δικονομία — μανικετόκουμπο — επίμεπτος — φεγγίτης — αγρεύσιμος — ταξικός — εμετολογία — ποδήλατο — κατεργαριά — υψωτής — σαρωματίνα — λαβείν — λάδι — εξολόθρευση |
|||